Практически στα ελληνικά

Μετάφραση: практически, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ουσιαστικά, σχεδόν, πρακτικά, πράξη, πρακτικώς
Практически στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • винт-барашек στα ελληνικά - βίδα, κοχλία, βιδωτό, βιδωτό κοχλία, βίδα για
  • вирусолог στα ελληνικά - ιολόγος
  • воззвание στα ελληνικά - τραβώ, έφεση, κήρυξη, εξαγγελία, έκκληση, προσφυγής, αναιρέσεως, ...
  • вспомогательный στα ελληνικά - θυγατρική, δευτερεύων, ανάγλυφος, υποβοηθητικός, ανακούφιση, εκτόνωση, αρωγή, ...
Τυχαίες λέξεις
Практически στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ουσιαστικά, σχεδόν, πρακτικά, πράξη, πρακτικώς