Промямлить στα ελληνικά
Μετάφραση: промямлить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μουρμουρίζω, βουίζω, ψέλλισμα, σιγομουρμουρίζω, Μαμπλ, μουρμουρίζει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- автобус στα ελληνικά - προπονητής, πούλμαν, άμαξα, προπονώ, λεωφορείο, λεωφορείων, λεωφορείου, ...
- бодаться στα ελληνικά - βάζω, κουτουλώ, τοποθετώ, βαρέλι, πισινό, άκρη, συγκόλληση κατ, ...
- взъехать στα ελληνικά - ιππεύω, ατραξιόν, βόλτα, vzehat
- вширь στα ελληνικά - broadwise
Τυχαίες λέξεις
Промямлить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μουρμουρίζω, βουίζω, ψέλλισμα, σιγομουρμουρίζω, Μαμπλ, μουρμουρίζει
Μεταφράσεις: μουρμουρίζω, βουίζω, ψέλλισμα, σιγομουρμουρίζω, Μαμπλ, μουρμουρίζει