Размахивать στα ελληνικά
Μετάφραση: размахивать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πείθω, κρεμιέμαι, λικνίζομαι, ταλαντεύομαι, κουνώ, κούνια, swing, ταλάντευση, εξέλιξη, ταλάντευσης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- благожелательный στα ελληνικά - φιλόφρων, προσηνής, αξιαγάπητος, φρόνιμος, καλόβουλος, πρόσχαρος, φιλικός, ...
- властвовать στα ελληνικά - κυριαρχώ, κανόνας, δεσπόζω, βασιλεία, επικρατώ, υπερισχύω, αποφασίζω, ...
- дослуживать στα ελληνικά - εργασία, δουλειά, δουλεύω, εργάζομαι, dosluzhivat
- завиральный στα ελληνικά - χαζός, κουτός, παράλογος, zaviralnye
Τυχαίες λέξεις
Размахивать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πείθω, κρεμιέμαι, λικνίζομαι, ταλαντεύομαι, κουνώ, κούνια, swing, ταλάντευση, εξέλιξη, ταλάντευσης
Μεταφράσεις: πείθω, κρεμιέμαι, λικνίζομαι, ταλαντεύομαι, κουνώ, κούνια, swing, ταλάντευση, εξέλιξη, ταλάντευσης