Турист στα ελληνικά
Μετάφραση: турист, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περιπατητής, τουρίστας, τουριστικός, ταξιδιώτης, τουριστικά, τουριστικό, τουριστική, τουριστικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- агнец στα ελληνικά - αρνί, αρνιού, αμνού, αμνών, αρνάκι
- вертел στα ελληνικά - φτύνω, πτύω, σούβλα, σούβλας, φτύνουν, φτύσιμο, οβελός
- говеть στα ελληνικά - γρήγορος, γρήγορα, προετοιμαστούν για την, προετοιμαστούν για, προετοιμασία για, προετοιμαστεί για, να προετοιμαστούν για
- дальнозоркость στα ελληνικά - όραση, πρεσβυωπία, υπερμετρωπία, διορατικότητα, farsightedness, το farsightedness
Τυχαίες λέξεις
Турист στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περιπατητής, τουρίστας, τουριστικός, ταξιδιώτης, τουριστικά, τουριστικό, τουριστική, τουριστικές
Μεταφράσεις: περιπατητής, τουρίστας, τουριστικός, ταξιδιώτης, τουριστικά, τουριστικό, τουριστική, τουριστικές