Умиротворять στα ελληνικά

Μετάφραση: умиротворять, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξευμενίζω, κατευνάζω, τετράγωνο μακριά, τακτοποιήσει μακριά, τακτοποιήσουν μακριά, να τακτοποιήσει μακριά
Умиротворять στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • астматический στα ελληνικά - ασθματικός, ασθματικών, ασθματική, ασθματικά, ασθματικούς
  • брандер στα ελληνικά - φωτιά, πυρκαγιά, πυρκαγιάς, φωτιάς, πυρός
  • диктовать στα ελληνικά - υπαγορεύω, υπαγόρευση, υπαγορεύουν, υπαγορεύει, υπαγορεύσει, επιβάλλουν
  • душный στα ελληνικά - κολλητός, αποπνιχτικός, κοντά, απεριποίητος, αποπνικτικός, καταπιεστικός, πνιγηρός, ...
Τυχαίες λέξεις
Умиротворять στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξευμενίζω, κατευνάζω, τετράγωνο μακριά, τακτοποιήσει μακριά, τακτοποιήσουν μακριά, να τακτοποιήσει μακριά