Kování στα ελληνικά
Μετάφραση: kování, Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβενικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αιχμή, πουρμπουάρ, παραχάραξη, ρεγάλο, ποδοκόπι, σφυρήλατος, Πλαστά, σφυρήλατα, σφυρήλατοι, σφυρήλατες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- kovat στα ελληνικά - σιδηρουργείο, σφυρηλατήσει, δημιουργήσουν, σφυρηλατήσουν, σφυρηλατήσουμε
- kovina στα ελληνικά - μέταλλο, μετάλλου, μετάλλων, μεταλλικό, μεταλλικά
- kovček στα ελληνικά - βαλίτσα, βαλίτσας, τη βαλίτσα, Suitcase, αποσκευή
- koza στα ελληνικά - γίδα, κατσίκα, αίγα, κατσίκας, κατσικίσιο
Τυχαίες λέξεις
Kování στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αιχμή, πουρμπουάρ, παραχάραξη, ρεγάλο, ποδοκόπι, σφυρήλατος, Πλαστά, σφυρήλατα, σφυρήλατοι, σφυρήλατες
Μεταφράσεις: αιχμή, πουρμπουάρ, παραχάραξη, ρεγάλο, ποδοκόπι, σφυρήλατος, Πλαστά, σφυρήλατα, σφυρήλατοι, σφυρήλατες