Rod στα ελληνικά

Μετάφραση: rod, Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβενικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φάρα, φύλο, φατρία, φυλή, γένος, ράβδος, ράβδο, ράβδου, βάκτρο, ράβδων
Rod στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • robustní στα ελληνικά - γερός, ανθεκτικός, ρωμαλέος, εύρωστος, Στιβαρή, Στιβαρό, Ανθεκτική, ...
  • robček στα ελληνικά - μαντήλι, μαντίλι, μαντιλιού, το μαντίλι, το μαντήλι
  • rodbina στα ελληνικά - οικογένεια, Οικογενειακά, Οικογενειακό, Οικογένειας, Family
  • rodit στα ελληνικά - αναπαράγω, ράτσα, γεννώ, υποφέρω, γεννοβολώ, γονείς, τους γονείς, ...
Τυχαίες λέξεις
Rod στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φάρα, φύλο, φατρία, φυλή, γένος, ράβδος, ράβδο, ράβδου, βάκτρο, ράβδων