Stanovati στα ελληνικά

Μετάφραση: stanovati, Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβενικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ζωντανός, μένω, WON, κέρδισε, ΠΟΥ ΚΕΡΔΙΖΟΝΤΑΙ, ΚΕΡΔΙΖΟΝΤΑΙ
Stanovati στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • stan στα ελληνικά - σκηνή, Stan, Σταν, κούς, τον Stan, ο Stan
  • stana στα ελληνικά - καζάκα, ράσο, διαμέρισμα, επίπεδος, επίπεδα, επίπεδης, Flat
  • star στα ελληνικά - παλαιός, γέρικος, γέρος, αστέρι, αστέρων, Κατηγορία, αστέρων ξενοδοχείο
  • staromódní στα ελληνικά - άκομψος, ντεμοντέ, παλιομοδίτικο, παλιομοδίτικη, απαρχαιωμένο, παλιομοδίτικες
Τυχαίες λέξεις
Stanovati στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ζωντανός, μένω, WON, κέρδισε, ΠΟΥ ΚΕΡΔΙΖΟΝΤΑΙ, ΚΕΡΔΙΖΟΝΤΑΙ