Μένω στα σλοβενικά

Μετάφραση: μένω, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
živ, žít, ostati, živeti, stanovati, bivanje, ostanejo, ostali, ostane
Μένω στα σλοβενικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μένω

μένω demy, μένω ενεός, μένω δένω πλένω, μένω κι επιμένω - γιάννης πλούταρχος, μένω σε κάποια γειτονιά, μένω λεξικό γλώσσας σλοβενικά, μένω στα σλοβενικά

Μεταφράσεις

  • μέμψη στα σλοβενικά - zavržení, Semerkhet
  • μέντα στα σλοβενικά - máta, mint, mete, meta, metinega, metin
  • μέρα στα σλοβενικά - dan, dnevno, dneh, dne
  • μέριμνα στα σλοβενικά - skrb, zadevajo, zaskrbljenost, skrbi, nanašajo
Τυχαίες λέξεις
Μένω στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: živ, žít, ostati, živeti, stanovati, bivanje, ostanejo, ostali, ostane