Κατανέμω στα τσεχικά

Μετάφραση: κατανέμω, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
rozdělit, rozvrhnout, dávka, porce, příděl, přiřknout, určit, rozmístit, přidělit, Poměr, krmná dávka, krmnou dávkou
Κατανέμω στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατανέμω

κατανέμω συνώνυμα, κατανέμω κλίση, κατανέμω συνώνυμο, κατανέμω αγγλικα, κατανέμω λεξικό γλώσσας τσεχικά, κατανέμω στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • καταμετρώ στα τσεχικά - souhlasit, zaznamenat, počítat, vyměřit
  • κατανάλωση στα τσεχικά - odbyt, opotřebování, spotřeba, spotřeby, spotřebu, spotřebě, konzumace
  • καταναλωτής στα τσεχικά - odběratel, konzument, zákazník, spotřebitel, spotřebitele, spotřebitelů, spotřebitelských, ...
  • καταναλώνω στα τσεχικά - zahubit, strávit, stravovat, požívat, vyčerpat, sníst, konzumovat, ...
Τυχαίες λέξεις
Κατανέμω στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: rozdělit, rozvrhnout, dávka, porce, příděl, přiřknout, určit, rozmístit, přidělit, Poměr, krmná dávka, krmnou dávkou