Vyvětrání στα ελληνικά
Μετάφραση: vyvětrání, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αερισμός, αερισμό, αερισμού, τον αερισμό, ο καλός αερισμός
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- mlhavý στα ελληνικά - ομιχλώδης, θολός, συννεφιασμένος, ασαφής, αμυδρός, ακαθόριστος, θολό, ...
- nadnormativní στα ελληνικά - υπερβολικός, πλεόνασμα, Σέρπλας, πλεονάζοντα, το πλεόνασμα, Τα πλεονάζοντα
- noc στα ελληνικά - νύχτα, βράδυ, νύχτας, βραδιά, διανυκτέρευση
- ohbí στα ελληνικά - αγκώνας, αγκώνα, τον αγκώνα, του αγκώνα, αγκώνων
Τυχαίες λέξεις
Vyvětrání στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αερισμός, αερισμό, αερισμού, τον αερισμό, ο καλός αερισμός
Μεταφράσεις: αερισμός, αερισμό, αερισμού, τον αερισμό, ο καλός αερισμός