Hämmästellä στα ελληνικά
Μετάφραση: hämmästellä, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ατενίζω, συλλογίζομαι, προβληματίζω, σταθμίζω, ζυγιάζω, ερώτημα, αναμετρώ, να εκπλήσσεται, εκπλαγείτε, να εκπλαγείτε, μείνει έκπληκτος, είναι έκπληξη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- hämmentää στα ελληνικά - αναδεύω, μίγμα, αποβλακώνω, ξέσπασμα, ανακατώνω, εκπλήσσω, σαστίζω, ...
- hämminki στα ελληνικά - παραζάλη, πάθηση, διαταραχή, ακαταστασία, κυκεώνας, σύγχυση, αταξία, ...
- hämmästys στα ελληνικά - εμβροντησία, έκπληξη, άγχος, κατάπληξη, έκπληξή, θαυμασμό, απορία
- hämmästyttää στα ελληνικά - τρόμος, ανησυχία, έκπληξη, κατατρομάζω, εκπλήσσω, καταπλήξουν, καταπλήξει, ...
Τυχαίες λέξεις
Hämmästellä στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ατενίζω, συλλογίζομαι, προβληματίζω, σταθμίζω, ζυγιάζω, ερώτημα, αναμετρώ, να εκπλήσσεται, εκπλαγείτε, να εκπλαγείτε, μείνει έκπληκτος, είναι έκπληξη
Μεταφράσεις: ατενίζω, συλλογίζομαι, προβληματίζω, σταθμίζω, ζυγιάζω, ερώτημα, αναμετρώ, να εκπλήσσεται, εκπλαγείτε, να εκπλαγείτε, μείνει έκπληκτος, είναι έκπληξη