Oksa στα ελληνικά

Μετάφραση: oksa, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χώνω, κλάδος, μίσχος, δένω, στέλεχος, στείρα, κόμβος, άκρο, φιόγκος, κλαδί, υποκατάστημα, μέλος, υποκαταστήματος, κλάδο, κλάδου
Oksa στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • okainen στα ελληνικά - ευερέθιστος, δύσκολος, ακανθώδης
  • okei στα ελληνικά - καλά, εντάξει, εντάξει για, πειράζει
  • oksastaa στα ελληνικά - μπολιάζω, μόσχευμα, εμβόλιο, μοσχεύματος, του μοσχεύματος, μοσχευμάτων
  • oksennus στα ελληνικά - ξερνώ, κάνω εμετό, ξέρασμα, εμετό, κάνει εμετό, να κάνει εμετό
Τυχαίες λέξεις
Oksa στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χώνω, κλάδος, μίσχος, δένω, στέλεχος, στείρα, κόμβος, άκρο, φιόγκος, κλαδί, υποκατάστημα, μέλος, υποκαταστήματος, κλάδο, κλάδου