Μέλος στα φινλανδικά

Μετάφραση: μέλος, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
osanottaja, alkio, kalu, osallistuja, haara, oksa, jäsen, ruumiinjäsen, raaja, jäsenen, jäsenenä, jäseneksi, jäsenmuutokset
Μέλος στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μέλος

μέλος δεπ, μέλος τεε, μέλος φάντασμα, μέλος εφορευτικής επιτροπής εκλογών 2014, μέλοσ τησ χρυσήσ αυγήσ, μέλος λεξικό γλώσσας φινλανδικά, μέλος στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • μέθοδος στα φινλανδικά - ajatustapa, keino, menetelmä, järjestelmä, joutua, reitti, laatu, ...
  • μέλι στα φινλανδικά - kulta, hunaja, mesi, hunajaa, hunajan, honey
  • μέμφομαι στα φινλανδικά - moite, moittia, häväistyksen, häväistykseksi, moitetta
  • μέμψη στα φινλανδικά - arvostella, Semerkhet
Τυχαίες λέξεις
Μέλος στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: osanottaja, alkio, kalu, osallistuja, haara, oksa, jäsen, ruumiinjäsen, raaja, jäsenen, jäsenenä, jäseneksi, jäsenmuutokset