Omahyväinen στα ελληνικά
Μετάφραση: omahyväinen, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αυτάρεσκος, φαρισαϊκός, διακιοφανής, φαρισαϊκή, ενάρετοι, φαρισαϊκής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- oma στα ελληνικά - της], προσωπικός, κατέχω, τα δικά, δική, δικά, το δικό, ...
- omaelämäkerta στα ελληνικά - αυτοβιογραφία, την αυτοβιογραφία, αυτοβιογραφίας, αυτοβιογραφία του, η αυτοβιογραφία
- omaisuus στα ελληνικά - κτήμα, σπίτι, περιουσία, ευτυχία, ακίνητο, κατοχή, πλούτος, ...
- omakohtainen στα ελληνικά - προσωπικός, προσωπική, προσωπικών, προσωπικά, προσωπικές
Τυχαίες λέξεις
Omahyväinen στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αυτάρεσκος, φαρισαϊκός, διακιοφανής, φαρισαϊκή, ενάρετοι, φαρισαϊκής
Μεταφράσεις: αυτάρεσκος, φαρισαϊκός, διακιοφανής, φαρισαϊκή, ενάρετοι, φαρισαϊκής