Täyttäminen στα ελληνικά
Μετάφραση: täyttäminen, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χορταστικός, σφράγισμα, γέμισμα, αντικατάσταση, αντικαταστάτης, επίδοση, παράσταση, εκτέλεση, απόδοση, επιδόσεις
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- hyväntahtoisesti στα ελληνικά - ευγενικά, καλοπροαίρετα, καλοκάγαθα, χαράς, για αγαθοεργό, αγαθοεργό
- inttää στα ελληνικά - επιμένω, διεκδικώ, υποστηρίζω, υποστηρίζουν, ισχυρίζονται, υποστηρίξει, υποστηρίζει, ...
- käräjöinti στα ελληνικά - δοκιμασία, δίκη, ασκήσεως της προσφυγής, της ασκήσεως της προσφυγής, ΕΠΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ, ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΛΥΣΗ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
- piina στα ελληνικά - αγωνιώ, βασανισμός, βασανίζω, σχάρα, μέγγενη, οδύνη, αγωνία, ...
Τυχαίες λέξεις
Täyttäminen στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χορταστικός, σφράγισμα, γέμισμα, αντικατάσταση, αντικαταστάτης, επίδοση, παράσταση, εκτέλεση, απόδοση, επιδόσεις
Μεταφράσεις: χορταστικός, σφράγισμα, γέμισμα, αντικατάσταση, αντικαταστάτης, επίδοση, παράσταση, εκτέλεση, απόδοση, επιδόσεις