Väittely στα ελληνικά

Μετάφραση: väittely, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιχείρημα, διαφωνία, παζαρεύω, διένεξη, διαφορά, συζήτηση, διεκδικώ, διαμάχη, λογομαχία, δημόσια συζήτηση, συζήτησης, διάλογο, τη συζήτηση
Väittely στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • hylätä στα ελληνικά - ξεφορτώνομαι, σκουπίδια, ρίχνω, παρατάω, απορρίπτω, εγκαταλείπω, πετώ, ...
  • julmuus στα ελληνικά - απανθρωπιά, σκληρότητα, σκληρότητας, τη σκληρότητα, βαναυσότητα, αγριότητα
  • kasvisto στα ελληνικά - χλωρίδα, χλωρίδας, πανίδας, της χλωρίδας, πανίδα
  • pakki στα ελληνικά - κάσα, εξοπλισμός, πυγμαχώ, κουτί, κιτ, σετ, kit, ...
Τυχαίες λέξεις
Väittely στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιχείρημα, διαφωνία, παζαρεύω, διένεξη, διαφορά, συζήτηση, διεκδικώ, διαμάχη, λογομαχία, δημόσια συζήτηση, συζήτησης, διάλογο, τη συζήτηση