Pushim στα ελληνικά

Μετάφραση: pushim, Λεξικό: αλβανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αλβανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διακοπή, διάλλειμα, διακοπές, παύση, διακόπτω, σπάζω, σταματώ, αντεπίθεση, διάλειμμα, διάσπαση, θραύση, σπάσιμο
Pushim στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • punëtor στα ελληνικά - εργάτης, εργαζόμενος, εργαζομένου, εργαζόμενο, εργαζομένων
  • purpurt στα ελληνικά - μωβ, πορφυρό, μοβ, πορφυρή, πορφυρού
  • pushkë στα ελληνικά - όπλο, πιστόλι, τουφέκι, καραμπίνα, τυφέκιο, το όπλο, όπλου
  • pushoj στα ελληνικά - υπόλοιπος, ησυχασμός, ξεκουράζομαι, στοιβάζω, επισωρεύω, Stow, στοιβασία, ...
Τυχαίες λέξεις
Pushim στα ελληνικά - Λεξικό: αλβανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διακοπή, διάλλειμα, διακοπές, παύση, διακόπτω, σπάζω, σταματώ, αντεπίθεση, διάλειμμα, διάσπαση, θραύση, σπάσιμο