Оса στα ελληνικά
Μετάφραση: оса, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σφήκα, σφήκας, σφηκών, wasp, σφήκες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- орхидея στα ελληνικά - ορχιδέα, ορχιδέας, orchid, ορχιδέες
- оръжие στα ελληνικά - όπλο, μπράτσο, χέρι, όπλου, όπλα, όπλων, το όπλο
- осанка στα ελληνικά - συρρικνώνομαι, μπαίνω, συστέλλω, ρουλεμάν, έδρανο, φέρει, εδράνου, ...
- осата στα ελληνικά - πολιορκία, σφήκα, Wasp, σφήκας, σφηκών, σφήκες
Τυχαίες λέξεις
Оса στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σφήκα, σφήκας, σφηκών, wasp, σφήκες
Μεταφράσεις: σφήκα, σφήκας, σφηκών, wasp, σφήκες