Assommoir στα ελληνικά
Μετάφραση: assommoir, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λέσχη, ρόπαλο, Assommoir
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- assomment στα ελληνικά - συντρίβω, πνίγω, χτυπώ, χτύπημα, κτύπος, κρούω, χτυπήσει
- assommer στα ελληνικά - ξεμπλέκω, πειράζω, τσιμπώ, σκοτώνω, παρενοχλώ, κλέβω, δολοφονώ, ...
- assommons στα ελληνικά - συντρίβω, πνίγω, χτυπώ, χτύπημα, κτύπος, κρούω, χτυπήσει
Τυχαίες λέξεις
Assommoir στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λέσχη, ρόπαλο, Assommoir
Μεταφράσεις: λέσχη, ρόπαλο, Assommoir