Impulsiv στα ελληνικά

Μετάφραση: impulsiv, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ορμέμφυτος, ακάθεκτος, ορμητικός, απερίσκεπτος, παρορμητικός, παρορμητική, παρορμητικές, παρορμητικά, παρορμητικό
Impulsiv στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ansetzen στα ελληνικά - καθορισμένος, πρόγραμμα, τοποθετώ, προγραμματίζω, αρχίζουν, αρχίσει, να αρχίσει, ...
  • ausfuhr στα ελληνικά - εξάγω, εξαγωγή, εξαγωγής, την εξαγωγή, εξαγωγών, εξαγωγές
  • beleuchtungen στα ελληνικά - φώτα, τα φώτα, φώτων, λυχνίες, ανάβει
  • damenhaft στα ελληνικά - ευγενής, αξιοπρεπής
Τυχαίες λέξεις
Impulsiv στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ορμέμφυτος, ακάθεκτος, ορμητικός, απερίσκεπτος, παρορμητικός, παρορμητική, παρορμητικές, παρορμητικά, παρορμητικό