Wohnbau στα ελληνικά
Μετάφραση: wohnbau, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στέγαση, στεγαστικός, οικιστικών κτιρίων, κτίριο κατοικιών, κτιρίου κατοικιών, συγκρότημα κατοικιών, κατοικήσιμο κτήριο του
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abmagerung στα ελληνικά - ισχνότητα, ίσχνευση, ισχνότης, ισχνότητα-, emaciation
- akkord στα ελληνικά - συγχορδία, χορδή, χορδής, χορδών, απήχηση
- bildhauerisch στα ελληνικά - γλυπτικός, γλυπτική, γλυπτικές, γλυπτού, γλυπτός
- dollbord στα ελληνικά - κουπαστή, κουπαστής, πλευρικού διαδρόμου καταστρώματος, πλευρικού διαδρόμου, πλευρικός διάδρομος καταστρώματος
Τυχαίες λέξεις
Wohnbau στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στέγαση, στεγαστικός, οικιστικών κτιρίων, κτίριο κατοικιών, κτιρίου κατοικιών, συγκρότημα κατοικιών, κατοικήσιμο κτήριο του
Μεταφράσεις: στέγαση, στεγαστικός, οικιστικών κτιρίων, κτίριο κατοικιών, κτιρίου κατοικιών, συγκρότημα κατοικιών, κατοικήσιμο κτήριο του