Pause στα ελληνικά

Μετάφραση: pause, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπόλοιπος, ησυχασμός, άνεση, διακόπτω, διακοπή, σπάζω, καταπραΰνω, αντεπίθεση, σταματώ, διάλειμμα, ξεκουράζομαι, παύση, διάλλειμα, διάσπαση, θραύση, σπάσιμο
Pause στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • patrulje στα ελληνικά - ομάδα, περιπολία, περίπολος, περιπολίας, περιπολικά, περιπολικό
  • pauke στα ελληνικά - Pauke
  • pave στα ελληνικά - πάπας, Πάπα, ο Πάπας, τον Πάπα, του Πάπα
  • peber στα ελληνικά - πιπεριά, πιπέρι, πιπεριού, το πιπέρι, πιπεριάς
Τυχαίες λέξεις
Pause στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπόλοιπος, ησυχασμός, άνεση, διακόπτω, διακοπή, σπάζω, καταπραΰνω, αντεπίθεση, σταματώ, διάλειμμα, ξεκουράζομαι, παύση, διάλλειμα, διάσπαση, θραύση, σπάσιμο