Styre στα ελληνικά

Μετάφραση: styre, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποφασίζω, κανόνας, διατάζω, διέπω, εντολή, εξουσιάζω, προστάζω, ιθύνω, προσταγή, κυβερνώ, έλεγχος, βασιλεύω, ελέγχου, έλεγχο, τον έλεγχο, ελέγχου της
Styre στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • stump στα ελληνικά - φίμωτρο, νιφάδα, αποφάγια, κούτσουρο, κολόβωμα, κολοβώματος, πρέμνου, ...
  • stykke στα ελληνικά - νιφάδα, βώλος, φίμωτρο, τσιπ, κομμάτι, τεμάχιο, κίνηση, ...
  • styrke στα ελληνικά - εξαναγκάζω, δύναμη, ρώμη, βία, ισχύς, αντοχή, αντοχής, ...
  • stå στα ελληνικά - εξέδρα, στάση, σταθεί, ηρεμία, παραμείνει, στέκονται
Τυχαίες λέξεις
Styre στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποφασίζω, κανόνας, διατάζω, διέπω, εντολή, εξουσιάζω, προστάζω, ιθύνω, προσταγή, κυβερνώ, έλεγχος, βασιλεύω, ελέγχου, έλεγχο, τον έλεγχο, ελέγχου της