Αμετάκλητος στα ισλανδικά
Μετάφραση: αμετάκλητος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
óafturkallanlegt, óafturkræf, óafturkræft, óafturkallanleg, afturkallanlega
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αμετάκλητος
αμετάκλητος αντώνυμο, αμετάκλητος συνώνυμο, αμετάκλητος αγγλικά, αμετάβλητος συνώνυμα, αμετάκλητος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αμετάκλητος στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- αμερόληπτος στα ισλανδικά - hlutlaus, óhlutdrægur, hlutlausa, óhlutdræg, óhlutdræga
- αμετάβλητος στα ισλανδικά - óbreytt, óbreyttum, óbreyttir, stað, í stað
- αμετάπειστος στα ισλανδικά - adamant, ósveigjanlegur í dómi sínum, harðir, demant
- αμετάτρεπτος στα ισλανδικά - inconvertible
Τυχαίες λέξεις
Αμετάκλητος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: óafturkallanlegt, óafturkræf, óafturkræft, óafturkallanleg, afturkallanlega
Μεταφράσεις: óafturkallanlegt, óafturkræf, óafturkræft, óafturkallanleg, afturkallanlega