Αμετάκλητος στα λιθουανικά
Μετάφραση: αμετάκλητος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
neatšaukiamas, neatšaukiamą, neatšaukiama, neatšaukiami, neatšaukiamai
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αμετάκλητος
αμετάκλητος αντώνυμο, αμετάκλητος συνώνυμο, αμετάκλητος αγγλικά, αμετάβλητος συνώνυμα, αμετάκλητος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, αμετάκλητος στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- αμερόληπτος στα λιθουανικά - nešališkas, nešališka, nešališki, nešališką, nešališko
- αμετάβλητος στα λιθουανικά - nepakitęs, nepakitusi, nepakito, nepakitę, nepakitusios
- αμετάπειστος στα λιθουανικά - nepalenkiamas, tvirtai laikosi nuomonės, tvirtai laikosi
- αμετάτρεπτος στα λιθουανικά - nekonvertuojamas, nekeičiamas, Nesamaināms, Niewymienialny, Neapmaināms
Τυχαίες λέξεις
Αμετάκλητος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: neatšaukiamas, neatšaukiamą, neatšaukiama, neatšaukiami, neatšaukiamai
Μεταφράσεις: neatšaukiamas, neatšaukiamą, neatšaukiama, neatšaukiami, neatšaukiamai