Δυσκολία στα γαλλικά

Μετάφραση: δυσκολία, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
hic, embarras, obstacle, souci, difficulté, inconvénient, empêchement, ennui, fourbi, difficultés, la difficulté, difficulté à, des difficultés
Δυσκολία στα γαλλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δυσκολία

δυσκολία στην κατάποση, δυσκολία εκσπερμάτωσης, δυσκολία συνώνυμο, δυσκολία αναπνοής, δυσκολία συνώνυμα, δυσκολία λεξικό γλώσσας γαλλικά, δυσκολία στα γαλλικά

Μεταφράσεις

  • δυσκίνητος στα γαλλικά - fainéant, apathique, paresseux, lent, lourd, encombrant, lourde, ...
  • δυσκαμψία στα γαλλικά - rigidité, raideur, inflexibilité, manque de souplesse, la rigidité, l'inflexibilité
  • δυσκολοχώνευτος στα γαλλικά - dyskolochoneftos
  • δυσμένεια στα γαλλικά - désapprobation, opprobre, disgrâce, défaveur, disgracier, affront, déshonneur, ...
Τυχαίες λέξεις
Δυσκολία στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: hic, embarras, obstacle, souci, difficulté, inconvénient, empêchement, ennui, fourbi, difficultés, la difficulté, difficulté à, des difficultés