Δυσκολία στα τσεχικά

Μετάφραση: δυσκολία, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
potíž, trampota, nesnáz, obtíž, těžkost, překážka, nesnadnost, obtížnost, potíže, obtíže, obtížné, obtížnosti
Δυσκολία στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δυσκολία

δυσκολία στην κατάποση, δυσκολία εκσπερμάτωσης, δυσκολία συνώνυμο, δυσκολία αναπνοής, δυσκολία συνώνυμα, δυσκολία λεξικό γλώσσας τσεχικά, δυσκολία στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • δυσκίνητος στα τσεχικά - pomalý, netečný, lenivý, loudavý, líný, těžkopádný, těžkopádné, ...
  • δυσκαμψία στα τσεχικά - strnulost, tuhost, neohebnost, nepružnost, nepružnosti, neflexibilita
  • δυσκολοχώνευτος στα τσεχικά - nestravitelný, dyskolochoneftos
  • δυσμένεια στα τσεχικά - nepřízeň, nesouhlas, zhanobit, potupa, hanobit, potupit, hanba, ...
Τυχαίες λέξεις
Δυσκολία στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: potíž, trampota, nesnáz, obtíž, těžkost, překážka, nesnadnost, obtížnost, potíže, obtíže, obtížné, obtížnosti