Οξυδερκής στα λετονικά
Μετάφραση: οξυδερκής, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
lielisks, gudrs, uztveres, domātāji, nu uztveres
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οξυδερκής
οξυδερκής συνώνυμο, οξυδερκης συνώνυμο, οξυδερκής ετυμολογία, οξυδερκής σημασια, οξυδερκής ορισμος, οξυδερκής λεξικό γλώσσας λετονικά, οξυδερκής στα λετονικά
Μεταφράσεις
- οξυγόνωση στα λετονικά - skābekļa, oksigenāciju, oksigenācija, oksidāciju, oksigenēsana
- οξυδέρκεια στα λετονικά - izpratne, ieskatu, ieskats
- οξύ στα λετονικά - skābs, skābe, skābes, acid, skābi, skābju
- οξύθυμος στα λετονικά - viegli sakaitināms, aizkaitināms
Τυχαίες λέξεις
Οξυδερκής στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: lielisks, gudrs, uztveres, domātāji, nu uztveres
Μεταφράσεις: lielisks, gudrs, uztveres, domātāji, nu uztveres