Υπάκουος στα εσθονικά
Μετάφραση: υπάκουος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sõnakuulelik, kuulekas, kuulekad, sõnakuulelikud, sõnakuulelikuks
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπάκουος
υπάκουος συνώνυμο, υπάκουος συνώνυμα, υπάκουος λεξικό γλώσσας εσθονικά, υπάκουος στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- υνί στα εσθονικά - adrahõlm, ader, adratera, sahk, adraterale
- υπάγω στα εσθονικά - klass, tund, minema, minna, Otsi, lähe, lähevad
- υπάλληλος στα εσθονικά - ametnik, müüja, töötaja, töötajate, töötajale, töövõtja, töötajal
- υπάρχοντα στα εσθονικά - varanatuke, asjad, asjade, asju, esemete, esemed
Τυχαίες λέξεις
Υπάκουος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: sõnakuulelik, kuulekas, kuulekad, sõnakuulelikud, sõnakuulelikuks
Μεταφράσεις: sõnakuulelik, kuulekas, kuulekad, sõnakuulelikud, sõnakuulelikuks