Υπάκουος στα τούρκικα
Μετάφραση: υπάκουος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
itaatli, itaatkâr, itaatkar, itaat, sadık
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπάκουος
υπάκουος συνώνυμο, υπάκουος συνώνυμα, υπάκουος λεξικό γλώσσας τούρκικα, υπάκουος στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- υνί στα τούρκικα - saban demiri, pulluklu, saban, sabandemiri, saban tipi
- υπάγω στα τούρκικα - kategori, sınıf, gitmek, gidin, gidip, go, dönmek
- υπάλληλος στα τούρκικα - işçi, çalışan, çalışanıysanız, çalışanı, çalışanların
- υπάρχοντα στα τούρκικα - eşya, eşyaları, eşyalarını, takımlar, eşyalar
Τυχαίες λέξεις
Υπάκουος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: itaatli, itaatkâr, itaatkar, itaat, sadık
Μεταφράσεις: itaatli, itaatkâr, itaatkar, itaat, sadık