Υπάκουος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: υπάκουος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
послушен, покорен, послушни, покорни, покорна
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπάκουος
υπάκουος συνώνυμο, υπάκουος συνώνυμα, υπάκουος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, υπάκουος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- υνί στα βουλγαρικά - лемеж, лемежа, за лемежа, палешник
- υπάγω στα βουλγαρικά - отивам, ходя, отидете, проверете, отида
- υπάλληλος στα βουλγαρικά - чиновник, служител, служителите, на служителите, служител на
- υπάρχοντα στα βουλγαρικά - принадлежности, лични вещи, вещи, вещите
Τυχαίες λέξεις
Υπάκουος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: послушен, покорен, послушни, покорни, покорна
Μεταφράσεις: послушен, покорен, послушни, покорни, покорна