Αθετώ στα αλβανικά
Μετάφραση: αθετώ, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
çarë, anuloj, shfuqizojë, shfuqizon, shfuqizimin, abrogojë
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αθετώ
αθετώ συνώνυμο, αθετώ λεξικό γλώσσας αλβανικά, αθετώ στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- αθέατος στα αλβανικά - padukshëm, i padukshëm, padukshme, të padukshme, e padukshme
- αθέτηση στα αλβανικά - mospagim, parazgjedhur, parazgjedhje, paracaktuar, e parazgjedhur
- αθεϊσμός στα αλβανικά - ateizmi, ateizëm, ateizmit, ateizmin, ateizmi i
- αθεϊστής στα αλβανικά - ateist, ateiste, ateist Gjendja, ateisti, ateist i
Τυχαίες λέξεις
Αθετώ στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: çarë, anuloj, shfuqizojë, shfuqizon, shfuqizimin, abrogojë
Μεταφράσεις: çarë, anuloj, shfuqizojë, shfuqizon, shfuqizimin, abrogojë