Αθετώ στα λιθουανικά
Μετάφραση: αθετώ, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
panaikinti, panaikina, panaikintų, anuliuoti, panaikins
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αθετώ
αθετώ συνώνυμο, αθετώ λεξικό γλώσσας λιθουανικά, αθετώ στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- αθέατος στα λιθουανικά - nematomas, nematoma, nematomi, nematomos, nepastebimas
- αθέτηση στα λιθουανικά - numatytasis, nutylėjimą, numatytoji, numatytąjį, pagal nutylėjimą
- αθεϊσμός στα λιθουανικά - ateizmas, ateizmo, ateizmą, ateizmui, Atheism
- αθεϊστής στα λιθουανικά - bedievis, Ateistas, ateistinė, ateistu
Τυχαίες λέξεις
Αθετώ στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: panaikinti, panaikina, panaikintų, anuliuoti, panaikins
Μεταφράσεις: panaikinti, panaikina, panaikintų, anuliuoti, panaikins