Αθετώ στα λευκορωσικά

Μετάφραση: αθετώ, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
адмяняць, скасоўваць
Αθετώ στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αθετώ

αθετώ συνώνυμο, αθετώ λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, αθετώ στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • αθέατος στα λευκορωσικά - нябачны, нябачная, нябачнае, нябачную
  • αθέτηση στα λευκορωσικά - дэфолт
  • αθεϊσμός στα λευκορωσικά - атэізм, атэізму, атэізме, быў атэізм
  • αθεϊστής στα λευκορωσικά - атэіст, Federation Атэіст, Атэіст Вышэйшае
Τυχαίες λέξεις
Αθετώ στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: адмяняць, скасоўваць