Αθετώ στα ισπανικά

Μετάφραση: αθετώ, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
violar, brecha, rotura, rompimiento, abrogar, derogar, anular, derogue, derogar la
Αθετώ στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αθετώ

αθετώ συνώνυμο, αθετώ λεξικό γλώσσας ισπανικά, αθετώ στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • αθέατος στα ισπανικά - invisible, invisibles
  • αθέτηση στα ισπανικά - defecto, predeterminada, predeterminado, por defecto, forma predeterminada
  • αθεϊσμός στα ισπανικά - ateísmo, el ateísmo, ateismo, el ateismo, del ateísmo
  • αθεϊστής στα ισπανικά - ateo, atea, ateos, ateísta, ateísmo
Τυχαίες λέξεις
Αθετώ στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: violar, brecha, rotura, rompimiento, abrogar, derogar, anular, derogue, derogar la