Στενός στα αλβανικά

Μετάφραση: στενός, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
ngushtë, afër, i ngushtë, i afërt, afërt
Στενός στα αλβανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στενός

στενός δακτύλιος, στενός γυναικείος κόλπος, στενός και ευρύτερος δημόσιος τομέας, στενός συνώνυμα, στενόσ δημόσιοσ τομέασ, στενός λεξικό γλώσσας αλβανικά, στενός στα αλβανικά

Μεταφράσεις

  • στενά στα αλβανικά - kaloj, qafë, ngushtë, nga afër, ngushtësisht, afër, afërmi
  • στενάζω στα αλβανικά - ankohem, rënkim, ankesë, ofshamë, ofshaj
  • στενόχωρος στα αλβανικά - parehatshme, të pakëndshme, pakëndshme, pakëndshëm, e parehatshme
  • στερέωση στα αλβανικά - fiksim, fiksimi, fiksimit, mani, fiksimit të
Τυχαίες λέξεις
Στενός στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: ngushtë, afër, i ngushtë, i afërt, afërt