Άφυλος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: άφυλος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
безполов, безполово, безполовото, асексуална, асексуалното
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άφυλος
άφυλος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, άφυλος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- άφθονος στα βουλγαρικά - изобилие, изобилен, обилен, в изобилие, изобилна
- άφιξη στα βουλγαρικά - пристигане, пристигането, на пристигане, пристигането си
- άφωνος στα βουλγαρικά - безмълвен, безмълвни, без думи, безмълвна, ням
- άχραντος στα βουλγαρικά - благословен, Блажен, Благословената, Благословения, Блажен оня
Τυχαίες λέξεις
Άφυλος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: безполов, безполово, безполовото, асексуална, асексуалното
Μεταφράσεις: безполов, безполово, безполовото, асексуална, асексуалното