Ένας στα βουλγαρικά

Μετάφραση: ένας, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
един, едно, една, едната, он
Ένας στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ένας

ένας πύργος στην ιταλία, ένας χωρισμός, ένας τρελός τρελός αεροπειρατής, ένας εχθρός του λαού, ένας κόμπος η χαρά μου, ένας λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ένας στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • έναρθρος στα βουλγαρικά - articulateness
  • έναρξη στα βουλγαρικά - начало, започване, началото, започва, започването, която започва
  • έναστρος στα βουλγαρικά - грейнал, звезден, звездното, звездна, звездно
  • ένδεια στα βουλγαρικά - нужда, бедност, Отчаянието
Τυχαίες λέξεις
Ένας στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: един, едно, една, едната, он