Ένας στα ουγγρικά

Μετάφραση: ένας, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
egy, egyik, az egyik, egyike, egyetlen
Ένας στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ένας

ένας πύργος στην ιταλία, ένας χωρισμός, ένας τρελός τρελός αεροπειρατής, ένας εχθρός του λαού, ένας κόμπος η χαρά μου, ένας λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ένας στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • έναρθρος στα ουγγρικά - tagolt, articulateness
  • έναρξη στα ουγγρικά - megkezdése, kezdete, megkezdésének, megkezdését, kezdetének
  • έναστρος στα ουγγρικά - csillogó, szikrázó, csillagos, a csillagos, csillagokat, starry
  • ένδεια στα ουγγρικά - rászorultságot, rászorultság
Τυχαίες λέξεις
Ένας στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: egy, egyik, az egyik, egyike, egyetlen