Έξαρση στα βουλγαρικά
Μετάφραση: έξαρση, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
главозамайване, въодушевление, въодушевлението, възторг
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έξαρση
έξαρση της εγκληματικότητας, έξαρση λεξικό, έξαρση γρίπης, έξαρση γρίπης 2012, έξαρση ιώσεων, έξαρση λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, έξαρση στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ένωση στα βουλγαρικά - брак, клуб, смешение, съюз, обединение, Съюза, на Съюза
- έξαλλος στα βουλγαρικά - яростен, разярен, бесен, яростни, и яростни
- έξη στα βουλγαρικά - шест, от шест, и шест, шестте, на шест
- έξι στα βουλγαρικά - шест, от шест, и шест, шестте, на шест
Τυχαίες λέξεις
Έξαρση στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: главозамайване, въодушевление, въодушевлението, възторг
Μεταφράσεις: главозамайване, въодушевление, въодушевлението, възторг