Αγαλματάκι στα βουλγαρικά
Μετάφραση: αγαλματάκι, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
статуетка, статуетката, статуя, статуйка
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αγαλματάκι
αγαλματάκι λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αγαλματάκι στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- αγαθό στα βουλγαρικά - продукт, товар, добър, добро, добре, добра, добри
- αγαθός στα βουλγαρικά - добро, товар, добър, добра, добре, добри
- αγανάκτηση στα βουλγαρικά - крик, възмущение, негодувание, негодуванието, възмущението, гняв
- αγαπημένος στα βουλγαρικά - любим, скъпа, любима, любимата, миличка, сладурче
Τυχαίες λέξεις
Αγαλματάκι στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: статуетка, статуетката, статуя, статуйка
Μεταφράσεις: статуетка, статуетката, статуя, статуйка