Αγιοποιώ στα βουλγαρικά

Μετάφραση: αγιοποιώ, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
освещавам, освети, осветиш, осветете, осветя
Αγιοποιώ στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αγιοποιώ

αγιοποιώ λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αγιοποιώ στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • αγελαίος στα βουλγαρικά - общителен, общителна, стадно, стадни, стадното
  • αγενής στα βουλγαρικά - невежливия, груб, грубо, груби, груба, грубост
  • αγιοπρεπής στα βουλγαρικά - agioprepis
  • αγιότητα στα βουλγαρικά - светост, святост, светостта, святостта
Τυχαίες λέξεις
Αγιοποιώ στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: освещавам, освети, осветиш, осветете, осветя