Ακίνητο στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ακίνητο, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
свойство, качество, собственост, недвижим имот, недвижимо имущество, недвижими имоти, за имоти, имоти
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ακίνητο
ακίνητο ορισμόσ, ακίνητο τσοχατζόπουλου, ακίνητο να αγοράσει, ακίνητο κασσιόπης, ακίνητο στα αγγλικά, ακίνητο λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ακίνητο στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ακάθεκτος στα βουλγαρικά - буен, стремителен, необуздан, стремителна, стремителния
- ακέραιος στα βουλγαρικά - цяло, цял, цялата, целия, цялото
- ακίνητος στα βουλγαρικά - неподвижен, неподвижно, неподвижни, неподвижна, неподвижния
- ακαδημία στα βουλγαρικά - академия, Academy, академията, Оскар, откриватели
Τυχαίες λέξεις
Ακίνητο στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: свойство, качество, собственост, недвижим имот, недвижимо имущество, недвижими имоти, за имоти, имоти
Μεταφράσεις: свойство, качество, собственост, недвижим имот, недвижимо имущество, недвижими имоти, за имоти, имоти