Αλαζονικός στα βουλγαρικά
Μετάφραση: αλαζονικός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
арогантна, арогантен, арогантно, арогантни, арогантния
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αλαζονικός
αλαζονικός βικιλεξικο, αλαζονικός λεξικο, αλαζονικός σημαινει, αλαζονικός σαν, αλαζονικόσ και καχύποπτοσ, αλαζονικός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αλαζονικός στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- αλήτης στα βουλγαρικά - бродяга, скитник, безделник, скитника, задник
- αλαζονεία στα βουλγαρικά - самомнение, арогантност, високомерие, арогантността, надменност
- αλαζόνας στα βουλγαρικά - арогантна, арогантно, арогантен, превзет глупак
- αλατίζω στα βουλγαρικά - лекарство, царевица, царевичен, царевично, жито, царевицата
Τυχαίες λέξεις
Αλαζονικός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: арогантна, арогантен, арогантно, арогантни, арогантния
Μεταφράσεις: арогантна, арогантен, арогантно, арогантни, арогантния