Αλαζονικός στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: αλαζονικός, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
арогантен, арогантна, арогантни, арогантно, арогантните
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αλαζονικός
αλαζονικός βικιλεξικο, αλαζονικός λεξικο, αλαζονικός σημαινει, αλαζονικός σαν, αλαζονικόσ και καχύποπτοσ, αλαζονικός λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, αλαζονικός στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- αλήτης στα σλαβομακεδονικά - сокол, скитам, скитник, задникот, безделник
- αλαζονεία στα σλαβομακεδονικά - ароганција, ароганцијата, арогантност, вообразеност, надменост
- αλαζόνας στα σλαβομακεδονικά - полнети, полнета, препарирани, полна, препарирана
- αλατίζω στα σλαβομακεδονικά - пченка, пченката, пченкарен, пченкарни, пченкарно
Τυχαίες λέξεις
Αλαζονικός στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: арогантен, арогантна, арогантни, арогантно, арогантните
Μεταφράσεις: арогантен, арогантна, арогантни, арогантно, арогантните