Αλαζονικός στα ουκρανικά

Μετάφραση: αλαζονικός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
зарозумілий, бундючний, зухвалий, імперіалістичний, пихатий, гордовитий, зарозуміла, зверхній
Αλαζονικός στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αλαζονικός

αλαζονικός βικιλεξικο, αλαζονικός λεξικο, αλαζονικός σημαινει, αλαζονικός σαν, αλαζονικόσ και καχύποπτοσ, αλαζονικός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αλαζονικός στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • αλήτης στα ουκρανικά - бродяга, волочитися, мандрувати, бурлакувати, дупа, задница, задниця, ...
  • αλαζονεία στα ουκρανικά - марнославство, чванство, самовпевненість, зарозумілість, гордовитість, зверхність, пиха
  • αλαζόνας στα ουκρανικά - бундючний, пихатий, гордовитий, зухвалий, пихате, бундючне, пихатої, ...
  • αλατίζω στα ουκρανικά - лікування, заготовляти, вилікувати, вилікування, кукурудза, кукуруза, Пшениця, ...
Τυχαίες λέξεις
Αλαζονικός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: зарозумілий, бундючний, зухвалий, імперіалістичний, пихатий, гордовитий, зарозуміла, зверхній