Αλαζονικός στα δανικά
Μετάφραση: αλαζονικός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
forfængelig, arrogant, arrogante, hovmodige
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αλαζονικός
αλαζονικός βικιλεξικο, αλαζονικός λεξικο, αλαζονικός σημαινει, αλαζονικός σαν, αλαζονικόσ και καχύποπτοσ, αλαζονικός λεξικό γλώσσας δανικά, αλαζονικός στα δανικά
Μεταφράσεις
- αλήτης στα δανικά - bum, bums, vagabond, numsen, numse
- αλαζονεία στα δανικά - arrogance, hovmod, arrogant, arrogancen
- αλαζόνας στα δανικά - udstoppet, proppet, fyldte, fyld, fyldt
- αλατίζω στα δανικά - behandle, majs, korn, corn, kornet
Τυχαίες λέξεις
Αλαζονικός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: forfængelig, arrogant, arrogante, hovmodige
Μεταφράσεις: forfængelig, arrogant, arrogante, hovmodige