Αλαζονικός στα πορτογαλικά
Μετάφραση: αλαζονικός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
arrogante, impertinente, ufano, soberbo, altivo, arrogantes, arrogância, orgulhoso
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αλαζονικός
αλαζονικός βικιλεξικο, αλαζονικός λεξικο, αλαζονικός σημαινει, αλαζονικός σαν, αλαζονικόσ και καχύποπτοσ, αλαζονικός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αλαζονικός στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- αλήτης στα πορτογαλικά - vagabundo, bum, vagabundo da, bunda, bumbum
- αλαζονεία στα πορτογαλικά - arrogância, a arrogância, soberba, prepotência, arrogance
- αλαζόνας στα πορτογαλικά - impertinente, arrogante, altivo, soberbo, ufano, camisa, camisa de, ...
- αλατίζω στα πορτογαλικά - medicar, cúpula, recurso, sarar, sanar, remédio, curar, ...
Τυχαίες λέξεις
Αλαζονικός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: arrogante, impertinente, ufano, soberbo, altivo, arrogantes, arrogância, orgulhoso
Μεταφράσεις: arrogante, impertinente, ufano, soberbo, altivo, arrogantes, arrogância, orgulhoso