Ανακωχή στα βουλγαρικά

Μετάφραση: ανακωχή, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
примирие, примирието, временно примирие, отдих
Ανακωχή στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανακωχή

ανακωχή ετυμολογία, ανακωχή μούδρου, ανακωχή μουδανιών, ανακωχή αγγλικά, ανακωχή χριστουγέννων 1914, ανακωχή λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ανακωχή στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • ανακριτικός στα βουλγαρικά - инквизиторски, жестоки, досадно любопитен, инквизиционен, нахално любопитен
  • ανακτώ στα βουλγαρικά - възстановяване, възстановят, възстанови, възстановява, възстановяват
  • ανακόπτω στα βουλγαρικά - проверка, чек, съдържание/състав, стебло, ствол, стволови, стъбло, ...
  • ανακύκλωση στα βουλγαρικά - рециклиране, рециклирането, рециклиране на, за рециклиране, рециклирането на
Τυχαίες λέξεις
Ανακωχή στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: примирие, примирието, временно примирие, отдих